en-academic.com en-academic.com
en-academic.com
  • EN
    • RU
    • DE
    • ES
    • FR
  • Remember this site
  • Embed dictionaries into your website

Academic Dictionaries and Encyclopedias

 
  • Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary)
  • Interpretations

Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary)

σπου - στρί

  • σπουδάζω
  • σπουδαίος
  • σπουδές
  • σπουργίτης
  • σπουργίτι
  • σπρέι
  • σπρώξιμο
  • σπρώχνω
  • σπυρί
  • στάβλος
  • σταγόνα
  • σταγονίτσα
  • στάδιο
  • στάζω
  • σταθερά
  • σταθεροποιώ
  • σταθερός
  • σταθερότητα
  • στάθμη
  • σταθμίζω
  • σταθμός
  • σταλάζω
  • σταματώ
  • στάμνα
  • στάση
  • στασιασμός
  • στασιαστικός
  • στάσιμος
  • στατικός
  • στατιστική
  • σταυρός
  • σταυροφορία
  • σταφύλι
  • στάχτη
  • σταχτής
  • σταχτοδοχείο
  • στεγάζω
  • στέγαση
  • στεγαστικός
  • στεγνός
Страницы
  • следующая →
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
18+
© Academic, 2000-2025
  • Contact us: Technical Support, Advertising
Dictionaries export, created on PHP,
Joomla,
Drupal,
WordPress, MODx.